Thursday, October 06, 2005

ΓΙΑ ΙΕΚ

Ιστορία Τέχνης

1ο μάθημα : 1. Εισαγωγή στην Ιστορία τέχνης, 2. Σπηλαιογραφίες, 3. Αίγυπτος, 4.Μινωικός Πολιτισμός, 5. Μυκηναϊκός Πολιτισμός

1. Εισαγωγή στην Ιστορία τέχνης
Πριν να ξεκινήσουμε την ιστορική αναδρομή της ανθρώπινης τέχνης η οποία θα ξεκινήσει περίπου από το 15000π.Χ. και θα φτάσει ως και τη δεκαετία του 1980, θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε πρώτα ορισμένα πράγματα γενικά για την τέχνη και την ιστορία τέχνης. Οι ιδέες που σήμερα έχουμε για την τέχνη δεν είναι δυνατόν να ισχύσουν για έργα τέχνης που δημιουργήθηκαν -για παράδειγμα- 20 αιώνες πριν. Οι περισσότερες σχεδόν ασυνείδητες αντιλήψεις που έχουμε για την τέχνη άρχισαν να παίρνουν τη σημερινή μορφή μετά την Αναγέννηση, περίπου τον 15ο αιώνα και παγιώθηκαν πια μέσα στον 19ο και 20ο . Η ίδια η Ιστορία Τέχνης θα μπορούσαμε να πούμε ότι γεννήθηκε κατά τον 18ο αιώνα, την εποχή δηλαδή του Γαλλικού Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης.
Σήμερα όταν μιλάμε για Τέχνη το «Τ» στο μυαλό μας είναι συνήθως κεφαλαίο. Ένα έργο τέχνης είναι κάτι πολύτιμο και μοναδικό το οποίο έφτιαξε ένας καλλιτέχνης για να τοποθετηθεί σε ένα μουσείο, μια πινακοθήκη ή σε μια διάσημη ιδιωτική συλλογή. Αν κάποιος το σκεφτεί λιγάκι εύκολα θα συνειδητοποιήσει ότι αυτή η άποψη δεν είναι δυνατό να ίσχυε για κάτι που φτιάχτηκε το 2000π.Χ ή ακόμα και τον 5ο αιώνα μ.Χ. Η τέχνη μέχρι πολύ πρόσφατα συνήθως ήταν ένα αντικείμενο χρηστικό με σαφή πρακτική αξία και όχι κάτι το διακοσμητικό. Καταρχάς η εικόνα για τους πρωτόγονους έχει μαγική\ λατρευτική αξία. Κατά κάποιο τρόπο η εικόνα ενός αντικειμένου είναι ταυτόχρονα και το αντικείμενο που εικονίζει. Σας φαίνεται δύσκολο να το φανταστείτε; Και όμως αυτή η μαγική αντίληψη της εικόνας είναι ριζωμένη ακόμα και στον άνθρωπο του 20ου αιώνα! Ποιος από εσάς θα έκοβε τα μάτια από τη φωτογραφία ενός φίλου σας με ελαφριά την καρδία; Μπορεί επίσης, να ήταν κάτι πιο απλό. Για παράδειγμα ένα μικρό αγαλματάκι θα μπορούσε να ήταν το παιχνίδι, η κούκλα ενός παιδιού (χρηστικό αντικείμενο). Η μπορεί να ήταν μια απόδειξη, μια μαρτυρία. Παραγγέλνω για παράδειγμα ένα άγαλμα αθλητή με τον όνομα μου από κάτω και το τοποθετώ στην Ολυμπία, ελπίζοντας ότι θα μαρτυρεί τη νίκη μου στους Ολυμπιακούς αγώνες και μετά το θάνατο μου.
Εάν λοιπόν συνειδητοποιήσουμε ότι η τέχνη είχε κατεξοχήν χρηστική αξία μέχρι περίπου τα τέλη του 18ου και τις αρχές του 19ου αιώνα (και θα εξηγήσω παρακάτω τι άλλαξε εκείνη την περίοδο ώστε να αλλάξει και η τέχνη) θα πρέπει αναθεωρήσουμε και τις απόψεις για δύο ακόμα θέματα που συνδέονται με τη δημιουργία της τέχνης. Το πρώτο είναι ο ίδιος ο καλλιτέχνης και η θέση του στην κοινωνία. Ο καλλιτέχνης στο μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας της τέχνης είναι ανώνυμος, ένας απλός τεχνίτης, εργάτης, χειρώνακτας που μαθήτευε στο εργαστήριο άλλων παλαιότερων τεχνιτών και εκτελούσε παραγγελιές. Κάποιος τις εκτελούσε καλύτερα και κάποιος με μικρότερη επιδεξιότητα. Όσο περισσότερο ένας καλλιτέχνης έπρεπε στην τέχνη του να ακολουθεί τους πατροπαράδοτους κανόνες (για λόγους κοινωνικούς όπως θα δούμε) τόσο πιο χαμηλή συνήθως ήταν η κοινωνική του θέση. Μπορεί να ήταν ένας επιτυχημένος, πλούσιος πολίτης αλλά δεν είχε την εκτίμηση των συμπολιτών του. Αντίθετα τον 18ο αιώνα μετά την γαλλική επανάσταση και την ανάπτυξη της αστικής τάξης, όταν ο καλλιτέχνης δεν έπαιρνε πια παραγγελιές για τη διακόσμηση εκκλησιών ή για τη διακόσμηση παλατιών βασιλιάδων και ευγενών ( η τάξη αυτή είχε χάσει τον υπέρογκο πλούτο και δύναμη της από την αστική τάξη και δεν μπορούσε πια να κάνει τέτοιες παραγγελιές) αναγκάστηκε να φτιάχνει πρώτα τα έργα και μετά να ψάχνει αγοραστές. Με τον τρόπο αυτό οι προσωπικές του επιλογές στη θεματολογία ή την τεχνοτροπία είναι πιο εμφανείς και το όνομα του γίνεται πιο εύκολα γνωστό. Δεν μπορούμε φυσικά να μιλάμε με απόλυτα μεγέθη. Τον 18ο αιώνα δεν έγινε κάποια τομή στην ιστορία που άλλαξε αυτόματα τη θέση του καλλιτέχνη. Ήδη από τον 15ο (Αναγέννηση)αιώνα ο Michelangelo ήταν τόσο διάσημος καλλιτέχνης που μπορούσε να τσακώνεται και να αντιστέκεται στις επιθυμίες ενός από τους πιο ισχυρούς άνδρες της εποχής του, του Πάπα Ιούλιο Β΄.
Οι καλλιτέχνες της Αναγέννησης (15ος αιώνας περίπου) συνειδητά προσπάθησαν να αντιγράψουν την τέχνη της αρχαίας Ελλάδας αλλά ταυτόχρονα και να σπάσουν τις αντιλήψεις που έφερνε η κλασική παιδεία για τους χειρώνακτες καλλιτέχνες. Και τονίζω το επίθετο χειρώνακτες γιατί οι αρχαίοι Έλληνες περιφρονούσαν όσους έπρεπε να δουλεύουν με τα χέρια τους, τους θεωρούσαν κατώτερους πολίτες. Αναγνώριζαν μόνο τον πνευματικό μόχθο και θεωρούσαν υψηλά μόνο τα καθαρά πνευματικά δημιουργήματα, όπως την φιλοσοφία και την ποίηση. Οι ζωγράφοι και οι γλύπτες ήταν απλώς εργάτες. Όταν η γλυπτική στην αρχαία Ελλάδα έφτασε σε μια τελειότητα μέσα από την οποία οι αρχαίοι νόμισαν ότι μπορούσαν να διακρίνουν τον ορισμό της φιλοσοφικής ιδέας του «ωραίου» άρχισαν να αντιμετωπίζουν τα έργα όχι μόνο σαν μια κατασκευή που είχε γίνει με τα χέρια αλλά και σαν μια πνευματική σύλληψη. Άρχισαν λοιπόν να ονοματίζουν και να σχολιάζουν τα δημιουργήματα καλλιτεχνών. Χάρη σε αυτή την αναγνώριση μας έμειναν τα ονόματα του Φειδία, του Λύσιππου και του Μύρωνα. Οι καλλιτέχνες, λοιπόν, της Αναγέννησης, οι οποίοι εμπνέονταν στην τέχνη τους από τον Αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, διακήρυτταν με ορμή ότι δεν ήταν απλοί χειρώνακτες αλλά και πνευματικοί άνθρωποι, ότι το έργο τους στηριζόταν στον νου όσο και μια μουσική σύνθεση ή ένα ποίημα, ακριβώς για να ξεπεράσουν τις προκαταλήψεις που είχαν μεταφερθεί από την αρχαιότητα. (Αυτά συνέβαιναν στη Δύση. Τα πράγματα ήταν πολύ πιο δύσκολο για τους καλλιτέχνες του Βυζαντίου, όπου η τέχνη ήταν πιο παραδοσιακή και αυστηρή και άφηνε μικρά περιθώρια ελευθερίας στον καλλιτέχνη.) Όταν φτάνουμε στον 18ο αιώνα η μάχη του Αναγεννησιακού καλλιτέχνη έχει λίγο-πολύ λήξει. Οι καλλιτέχνες θεωρείται πια ότι πρέπει να διδάσκονται σε «Ακαδημίες» και όχι σε εργαστήρια, μαθαίνοντας ανατομία και μαθηματικούς κανόνες και όχι μόνο πρακτικά πράγματα. Οι «Ακαδημίες» σταδιακά μέσα από τη διδασκαλία αλλά και από τις εκθέσεις τους δημιούργησαν την άποψη για την υψηλή τέχνη των μουσείων που σήμερα είναι η πιο διαδεδομένη. Η τέχνη που υποστήριζαν είχε τις ρίζες της στο παρελθόν, στην ιδέα ότι η τέχνη οφείλει να απεικονίζει τη φύση όπως είναι. Όλες οι επαναστάσεις της τέχνης που έγιναν μέσα στον 19ο αιώνα και τον 20ο (ιμπρεσιονισμός, εξπρεσιονισμός κτλ.) ήταν αγώνας κατά της καθιερωμένης άποψης της τέχνης που είχαν προωθήσει οι Ακαδημίες. Η άποψη που σήμερα έχουμε για τον καλλιτέχνη ως ένα προικισμένο άνθρωπο πνευματικό, μπροστά από την εποχή του, απομονωμένο, ελαφρώς τρελό είναι αποτέλεσμα μόλις του 20ου αιώνα.
Το δεύτερο ζήτημα που προκύπτει εάν δεχτούμε ότι η τέχνη ήταν κάτι χρηστικό χωρίς να πρέπει να είναι απαραίτητα όμορφο, είναι η αισθητική μας άποψη. Δεν μπορούμε να κρίνουμε την ομορφιά μιας τέχνης του παρελθόντος σύμφωνα με τα δικά μας σύγχρονα αισθητικά κριτήρια. Οι ιδέες μας για το τι είναι όμορφο διαρκώς αλλάζουν. Για παράδειγμα σήμερα θεωρούνται όμορφες οι εξαιρετικά αδύνατες γυναίκες ενώ μέχρι και τον 19ο αιώνα πίστευαν ότι όμορφες είναι οι μάλλον παχουλές γιατί το σώμα τους περιείχε ενδείξεις υγείας και καλοζωίας. Την εποχή εκείνη το άφθονο φαί ήταν προσιτό μόνο στις ανώτατες κοινωνικές τάξεις. Με τη λογική αυτή οι πλούσιες καμπύλες σε μια γυναίκα δεν ήταν σύμβολο μόνο της ομορφιάς της, αλλά και της ευγενικής της τάξης και καταγωγής. Με τον ίδιο τρόπο αλλάζει και η αντίληψη μας για την τέχνη. Ανάλογα δηλαδή με το τι θεωρείται όμορφο κάθε εποχή αλλάζουν και οι ιδέες των ανθρώπων για την υψηλή τέχνη. Έτσι την εποχή της Αναγέννησης περιφρονούσαν τη Μεσαιωνική Τέχνη σαν κάτι βάρβαρο και θαύμαζαν την αρχαία ελληνική. Σήμερα μετά τα κινήματα του κυβισμού και του εξπρεσιονισμού τα οποία στηρίζονται σε παρόμοιες αισθητικές αξίες με αυτές παλαιότερων τεχνών (προϊστορική, κυκλαδίτικη, αιγυπτιακή) έχουμε εκτιμήσει αλλιώς τη βυζαντινή- μεσαιωνική τέχνη. Ως ένα βαθμό δηλαδή είναι θέμα μόδας. Η τέχνη κάθε εποχής είχε τη χρήση της και τους σκοπούς της και η μορφή που επιλέγει εξυπηρετεί αυτούς ακριβώς τους σκοπού. Η ομορφιά υποτάσσεται σε αυτή τη μορφή και σε αυτούς τους σκοπούς. Τα ρεύματα και οι εποχές της τέχνης είναι τεχνητές κατασκευές που απλώς μας βοηθούν να ανασυνθέσουμε μια ιστορία της τέχνης. Συχνά τα ονόματα των ρευμάτων και των εποχών δόθηκαν με περιφρονητική χροιά αργότερα από ανθρώπου που αποδοκίμαζαν την τέχνη που αυτά είχαν παράγει. Η συζήτηση άλλωστε για τα διάφορα στυλ τέχνης ξεκίνησε μόλις τον 18ο αιώνα όταν διακηρύχτηκε η αρχή της επιστήμης και ακόμα και η τέχνη άρχισε να εξετάζεται με βάση τη λογική.

2. Οι ζωγραφιές των σπηλαίων
Το πρώτο δείγμα τέχνης έχει βρεθεί σε σπήλαια και χρονολογείται γύρω στο 6000π.Χ. Είναι εικόνες κυρίως ζώων. Έχοντας στο μυαλό μας τη μαγική διάσταση της εικόνας που συζητήσαμε παραπάνω πρέπει να υποθέσουμε ότι οι εικόνες αυτές λειτουργούσαν σαν μια ευχή να μαζευτούν ζώα ώστε να μπορούν να κυνηγήσουν και να τραφούν. Ή ίσως να πίστευαν ότι ζωγραφίζοντας τα ζώα πληγωμένα με τα ακόντια απάνω τους αποκτούσαν τη δύναμη να το κάνουν και στην πραγματικότητα. Συνήθως οι ζωγραφιές αυτές είναι φτιαγμένες με δύο κυρίως χρώματα, το κόκκινο και το μαύρο γιατί αυτά τα χρώματα είναι αυτά που πιο εύκολα μπορεί ο άνθρωπος να κατασκευάσει από φυσικά υλικά. Αξίζει επίσης να σημειωθεί πόσο καλά είναι ζωγραφισμένα τα ζώα αυτά. Οι ανατομικές τους λεπτομέρειες ήταν γνωστές στους ανθρώπους που τα κυνηγούσαν, τα τεμάχιζαν και τρέφονταν από αυτά.

3. Αίγυπτος
Για να κατανοήσουμε την Αιγυπτιακή τέχνη πρέπει συζητήσουμε πρώτα ορισμένα θέματα της Αιγυπτιακής θρησκείας και φιλοσοφίας.
Για τους Αιγυπτίους υπάρχει μια έννοια αρμονίας του σύμπαντος το maat. Το maat διαπνέει τα πάντα, τους ζωντανούς, τους νεκρούς, τους απλούς ανθρώπους, τους Φαραώ, τους θεούς, της φύση και τα ζώα και είναι αυτό που εξασφαλίζει την ευημερία. Είναι λοιπόν αναγκαίο να διατηρηθεί η φυσική τάξη και τίποτα να μην αλλάξει. Ο Φαραώ, ο μεσάζων ανάμεσα στους θεούς και ανθρώπους, ημίθεος συνήθως ο ίδιος, είναι αυτός που φροντίζει τη διατήρηση της τάξης και της φυσικής αρμονίας ώστε να είναι εξασφαλισμένη η ευημερία. Μια τέτοια φιλοσοφία είναι λογική για κάποιο λαό που στηρίζεται σε περιοδικά φυσικά φαινόμενα (πλημμύρες του Νείλου) για να εξασφαλίσει την τροφή του. Προσπαθεί με κάθε τρόπο να διατηρήσει την υπάρχουσα τάξη ώστε να είναι βέβαιος ότι η πλημμύρα θα επαναληφθεί. Από αυτή την κεντρική ιδέα ίσως να πηγάζει και η πίστη τους στη μεταθανάτια ζωή. Εάν όσοι πέθαιναν εξαφανιζόντουσαν πως θα διατηρούταν η φυσική ισορροπία;
Μια άλλη συνέπεια του ότι η Αιγυπτιακή οικονομία στηριζόταν στα νερά του Νείλου ήταν η απολυταρχική εξουσία και η σκληρή ιεραρχία που υπήρχε στην κοινωνία τους. Για την εκμετάλλευση του Νείλου ήταν απαραίτητα τεράστια αρδευτικά έργα που απαιτούσαν όχι μόνο μεγάλο κόπο και ανθρώπινο δυναμικό αλλά και σημαντική οργάνωση.
Σκεφτόμενοι τα παραπάνω μπορούμε ίσως να κατανοήσουμε τα βασικά χαρακτηριστικά της αιγυπτιακής τέχνης. Πρώτον μιλάμε για μια τέχνη που έμεινε αναλλοίωτη και απαράλλακτη από το 3000π.Χ. περίπου μέχρι τον 1μ.Χ. αιώνα. Εάν σκεφτούμε τα ρεύματα της τέχνης μόλις τους 2 τελευταίους αιώνες μπορούμε να καταλάβουμε την μακροβιότητα αυτής της τέχνης. Ο καλλιτέχνης λοιπόν δεν είχε σχεδόν καθόλου ατομική ελευθερία στην δημιουργία ενός έργου. Δεν μπορούσε να είναι πρωτότυπος. Έπρεπε να ακολουθήσει πιστά αυτά που είχε διδαχθεί ώστε να μην διαταράξει την ισορροπία του maat. Δεν υπήρχε διάκριση των τεχνών. Ο ίδιος άνθρωπος ήταν αρχιτέκτονας, γλύπτης και ζωγράφος και γραφέας. Η γραφή είναι και αυτή ένα διακοσμητικό στοιχείο μέρος της απεικόνισης που κατασκευάζει ο καλλιτέχνης.
Δεύτερον, είναι μια τέχνη με καθαρά χρηστικό σκοπό. Όταν στον τάφο του Φαραώ απεικονίζονται ζώα, ψάρια, σιτηρά και δούλοι δεν είναι εκεί ως διακόσμηση αλλά για να συνοδεύσουν τον Φαραώ στη μεταθανάτια ζωή του. Σε παλαιότερους χρόνους όταν ο Φαραώ πέθαινε έθαβαν μαζί του τα περιουσιακά του στοιχεία (ζώα και δούλους). Οι απεικονίσεις λοιπόν αυτές αντικαθιστούν τους ζωντανούς δούλους για παράδειγμα χωρίς όμως να θεωρούνται λιγότερο πραγματικές. Για να μπορέσει ο Φαραώ να πάρει τα απαραίτητα εφόδια στη μεταθανάτια ζωή του, πρέπει να απεικονισθεί η ουσία των πραγμάτων και όχι οι περιττές λεπτομέρειες ούτε και οι παραμορφώσεις της όρασης. Πρόκειται λοιπόν για μια τέχνη αφαιρετική και όχι νατουραλιστική. Επιλέγει τις πιο χαρακτηριστικές πλευρές ενός αντικειμένου και το απεικονίζει συνθέτοντας τα χαρακτηριστικά αυτά στοιχεία του. Ένας άνθρωπος για παράδειγμα απεικονίζεται ως εξής: Πρόσωπο προφίλ, με το μάτι όμως μετωπικό. Το στήθος του το βλέπουμε από μπροστά αλλά τα χέρια από τα πλάγια. Η μέση και τα πόδια είναι πάλι από τα πλάγια. Και τα δύο πόδια φαίνονται να είναι αριστερά καθώς βλέπουμε την εσωτερική τους όψη. Δεν υπάρχει η έννοια της προοπτικής και του βάθους. Ότι είναι πιο σημαντικό ζωγραφίζεται σε μεγαλύτερη κλίμακα. Κατά συνέπεια, ο Φαραώ είναι πιο μεγάλος από τους δούλους του.

4. Μινωική Κρήτη (3000 π.Χ. -1500 π.Χ.)
Ο μινωικός πολιτισμός της Κρήτης εμφανίστηκε γύρω στο 3000 π.Χ.. Η Κρήτη ήταν πάντοτε ένα κράτος πλούσιο λόγω και του ευνοϊκού κλίματος και το εφόρων εδαφών της αλλά και χάρη στην ανεπτυγμένη ναυτιλία της και εμπόριο. Η εμβέλεια των πλοίων τους ήταν αρκετά μεγάλη ώστε να έχουν εμπορικές σχέσεις με τα νησιά του Αιγαίου, την κυρίως Ελλάδα αλλά και την Αίγυπτο. Για το λόγο αυτό η τέχνη τους έχει σε μεγάλο βαθμό επηρεαστεί από την τέχνη της Αιγύπτου, η οποία άκμαζε ήδη, χωρίς όμως και να την αντιγράφει πιστά. Με τη σειρά της η μινωική τέχνη επηρέασε αργότερα τη μυκηναϊκή.
Μια βασική διαφορά ανάμεσα στην Αίγυπτο και την Κρήτη είναι ότι οι μινωίτες δεν ασχολούνταν ιδιαίτερα με τη μεταθανάτιο ζωή. Οι τάφοι τους ήταν απλοϊκοί πρόχειρα φτιαγμένοι χωρίς πολλά στολίδια και χωρίς πλούσια δώρα που θα έπαιρνε μαζί του ο νεκρός. Σπάνια επίσης, η τέχνη ήταν καθαρά λατρευτική. Οι θεοί τους καθώς λατρεύονταν στη φύση, σε σπήλαια και στην ύπαιθρο δεν είχαν ανάγκη από πλούσια ιερά όπου θα φυλάσσονταν πολύτιμα αντικείμενα και μεγάλα αγάλματα. Αντίθετα η τέχνη τους είχε στόχο να δώσει πολυτέλεια στον τρόπο διαβίωσης τους. Τα ανάκτορα συγκέντρωναν όλη την τέχνη της εποχής. Τοιχογραφίες στόλιζαν τους τοίχους του. Μικρά πολυτελή αντικείμενα καθημερινής χρήσης (κοσμήματα, αγγεία, χτένες) με περίπλοκες αναπαραστάσεις φανερώνουν την αγάπη των κρητικών για διακόσμηση και χλιδή. Κατά τα Αιγυπτιακά πρότυπα η ανθρώπινη μορφή αναπαρίσταται με το πρόσωπο προφίλ, με το μάτι όμως μετωπικό. Το στήθος το βλέπουμε από μπροστά αλλά τα χέρια από τα πλάγια. Η μέση και τα πόδια είναι πάλι από τα πλάγια. Οι άντρες έχουν σκουρόχρωμο δέρμα και οι γυναίκες λευκό. Δεν υπάρχει προοπτική. Οι αναλογίες όμως είναι σωστές. Δεν εικονίζονται σε μεγαλύτερη κλίμακα τα πιο σημαντικά πρόσωπα. Η μεγάλη διαφορά με την Αιγυπτιακή ζωγραφική είναι ότι γίνεται κάποια προσπάθεια να εικονιστεί κίνηση και μερικές φορές να δοθεί η αίσθηση του βάθους.
Η έμπνευση τους προέρχεται από τη φύση. Λουλούδια , ζώα αλλά κυρίως ψάρια, χταπόδια και κοχύλια διακοσμούν τους τοίχους διαφόρων δωματίων αλλά και τα αγγεία της εποχής. Έχουν σωθεί λίγα ειδώλια από πηλό και ελεφαντοστό. Απεικονίζουν αρκετά ρεαλιστικά ανθρώπινες μορφές. Τα πιο γνωστά παρουσιάζουν γυναίκες ιέρειες ή θεές με περίτεχνη ένδυση που αφήνει το στήθος γυμνό.

5. Μυκηναίκη Ελλάδα ( Ελλαδικός Πολιτισμός) ( 3000 π.Χ. -1200 π.Χ.)
Ο Μυκηναϊκός πολιτισμός, ιδιαίτερα επηρεασμένος από τον Μινωικό αναπτύχθηκε κυρίως στην Πελοπόννησο με κέντρα όπως τις Μυκήνες, την Τίρυνθα, την Πύλο κ.τ.λ.. Σιγά- σιγά κατόρθωσε να απλώσει την επιρροή του στη Ν. Ιταλία, τη Σικελία και την Κύπρο. Στις αρχές του εξελισσόταν παράλληλα με τον Κρητικό πολιτισμό. Μετά την καταστροφή των μινωικών ανακτόρων συνέχισε να ακμάζει μέχρι το 1200 π.Χ. όταν κάποια εισβολή ή κάποια ανακατάταξη για την οποία δε γνωρίζουμε πολλά κατέστρεψε τις υπάρχουσες πόλεις και έθεσε τέλος στον Μυκηναϊκό πολιτισμό
Η τέχνη του μυκηναϊκού πολιτισμού άμεσα προέρχεται από αυτή του Μινωικού. Οι λίγες τοιχογραφίες που έχουν σωθεί από την Πύλο, τα κοσμήματα, τα όπλα και τα αγγεία παρουσιάζουν τον ίδιο τρόπο διακόσμησης με αυτό της Κρήτης. Στην απεικόνιση του ανθρώπου ακολουθούνται οι ίδιες συμβάσεις. Τα διακοσμητικά μοτίβα και πάλι προέρχονται από τη φύση ( λουλούδια, ζώα, ψάρια κ.τ.λ.). Μόνο μετά τα μέσα της μυκηναϊκής περιόδου εμφανίζονται νέα θέματα εμπνευσμένα από τις μάχες το κυνήγι και την προετοιμασία για τον πόλεμο. Πρόκειται για άνδρες με τα όπλα τους συχνά πάνω σε άρματα. Ένα ακόμα καινούργιο στοιχείο είναι οι χρυσές μάσκες- πορτρέτα με τις οποίες κάλυπταν το πρόσωπο του νεκρού.

No comments: